Εν μέσω ενός εξόχως τοξικού κλίματος που έχει δημιουργήσει το ζήτημα των υποκλοπών ενώ πορευόμαστε προς την τελική ευθεία για τις εθνικές εκλογές, ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γιώργος Σωτηρέλης υποστηρίζει πως η διέξοδος βρίσκεται σε μία ενδεχόμενη τρικομματική μετεκλογική συνεργασία (μεταξύ Ν.Δ., ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ) ώστε αφενός να εκτονωθεί το διχαστικό σκηνικό, αλλά και για να διευθετηθούν από μία κυβέρνηση ευρείας κοινοβουλευτικής στήριξης, μείζονα και χρονίζοντα ζητήματα της χώρας.

Μιλώντας στο onlarissa.gr, ο ακαδημαϊκός που πρόσφατα θορύβησε το πανελλήνιο με τη δήλωσή του πως ο πρωθυπουργός είτε γνώριζε για τις υποκλοπές, είτε αν δε γνώριζε ήταν «μειωμένης αντίληψης», είπε χαρακτηριστικά για το θέμα ότι «η πολιτική ευθύνη είναι αντικειμενική και μη μεταβιβάσιμη», εξηγώντας μάλιστα πως αν ο κ. Μητσοτάκης δεν παραιτηθεί, «θα είναι ένας πρωθυπουργός απονομιμοποιημένος, πολιτικά ευάλωτος και πολλαπλά εκτεθειμένος στο εξωτερικό».

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ Απόστολο Ράιδο

Πώς βλέπετε να διαμορφώνεται το προεκλογικό κλίμα; Η τοξικότητα που υπάρχει και η απαξίωση που δημιουργείται στην κοινωνία μπορεί να οδηγήσει σε ακροδεξιές ατραπούς;

Γενικά το πολιτικό σύστημα τα τελευταία χρόνια χαρακτηρίζεται από έντονο διχασμό και πόλωση. Αυτή είναι μία από τις παθογένειες οι οποίες πρέπει να ξεπεραστούν επειγόντως, διότι η χώρα δε μπορεί να συνεχίσει έτσι. Το τελευταίο βέβαια διάστημα, υπάρχουν σοβαρές αιτίες για την επιδείνωση του πολιτικού κλίματος λόγω του σκανδάλου των υποκλοπών, το οποίο είναι ένα κρίσιμο πρόβλημα για την Δημοκρατία, τόσο ως προς την αποκάλυψή του όσο και ως προς την προσπάθεια συγκάλυψης του. Κι αυτό ακριβώς δημιούργησε πολλές και δικαιολογημένες πολιτικές παρενέργειες, διότι έφερε στη μνήμη μας άλλες εποχές και έδωσε επιχειρήματα στους εχθρούς της Δημοκρατίας. Όμως ο τρώσας και ιάσεται. Η κυβέρνηση προεχόντως πρέπει να αρθεί επιτέλους στο ύψος των περιστάσεων ώστε να πάμε σε εκλογές χωρίς σκιές ως προς την υπόθεση αυτή.

Υπέρ ποιου πιστεύετε ότι θα αποβεί, αυτό το τοξικό κλίμα που βιώνουμε σήμερα, όταν φθάσουμε στη «λαϊκή μετάφραση» της κάλπης;

Συνήθως η πόλωση είναι υπέρ των δύο μεγαλύτερων κομμάτων που ανταγωνίζονται. Βέβαια στη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχουν πολλές ιδιαιτερότητες και κανείς δεν ξέρει που θα καταλήξει, γιατί ακόμη δεν έχουμε όλα τα κομμάτια του παζλ.

Διατυπώσατε πρόσφατα μία κρίση που συζητήθηκε εντόνως: Είπατε για τις υποκλοπές ότι ή γνώριζε ή αν δεν ήξερε ότι είναι μειωμένου καταλογισμού ο πρωθυπουργός. Τί από τα δύο εκτιμάτε συμβαίνει τελικά λαμβάνοντας υπόψη τα όσα εκτυλίσσονται τις τελευταίες ημέρες;

Το ζήτημα των υποκλοπών έχει δύο πλευρές. Η μία πλευρά είναι οι υποκλοπές που διεξήχθησαν νομότυπα μεν, αλλά αντισυνταγματικά από την ΕΥΠ και το δεύτερο σκέλος οι υποκλοπές που έγιναν με κακόβουλο λογισμικό από παράκεντρα που δεν ξέρουμε ακόμη από που κατευθύνονται, παρότι υπάρχουν σαφείς ενδείξεις. Εν πάση περιπτώσει, πάντως, φαίνεται ότι υπάρχει στενή διασύνδεση αυτών των παράκεντρων με την ΕΥΠ. Και μόνο όμως για την παρακολούθηση του αρχηγού του τρίτου κόμματος εγείρεται ένα τεράστιο θέμα πολιτικής ευθύνης του πρωθυπουργού γιατί αυτός είναι ο προϊστάμενος της ΕΥΠ, αυτός στελέχωσε την ΕΥΠ αποκλειστικά με τα δικά του κριτήρια και με τους δικούς του ανθρώπους. Και μάλιστα αλλάζοντας το νόμο ως προς τον διοικητή της ΕΥΠ, παρακάμπτοντας μέχρι  και τις αντιδράσεις του Προέδρου και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, για την εισαγγελέα. Ως εκ τούτου είναι αδιανόητο να ισχυρίζεται ότι δεν γνώριζε.

Θεωρείτε τις δύο υποθέσεις το ίδιο σοβαρές; Γιατί κάποιοι συνάδελφοί σας έχουν κάνει διάκριση στις παρακολουθήσεις του Ανδρουλάκη και Κουκάκη και για τις οποίες υπάρχει παραδοχή από πλευράς πρωθυπουργού και τις άλλες που βγήκαν στο φως χωρίς καμία απόδειξη;

Προς το παρόν αναφέρομαι αποκλειστικά στις δύο προαναφερθείσες υποθέσεις των κυρίων Ανδρουλάκη και Κουκάκη. Για τις άλλες θα δούμε τι θα προκύψει, αν η δικαιοσύνη αποφασίσει επιτέλους να κινηθεί… Και μόνον όμως από αυτές τις δυο, ανακύπτουν σοβαρές πολιτικές ευθύνες. Σύμφωνα με τη συνταγματική θεωρία της πολιτικής ευθύνης και με τη συνταγματική πράξη των προηγμένων δημοκρατικά κρατών, όταν υπάρχει ένα τόσο σοβαρό σκάνδαλο, την ευθύνη την αναλαμβάνει ο πολιτικός προϊστάμενος της ΕΥΠ και παραιτείται. Δεν υπάρχει άλλη οδός, δεν νοείται. Η πολιτική ευθύνη είναι αντικειμενική και μη μεταβιβάσιμη. Ακόμη κι αν δεν ήξερε ο πρωθυπουργός, αυτό δεν αλλάζει τίποτε. Έχει αντικειμενική ευθύνη κι αυτή η ευθύνη δε μπορεί να φορτωθεί σε μετακλητούς υπαλλήλους, διότι αυτοί δεν είναι πολιτικά πρόσωπα.

Σε ανάλογες περιπτώσεις έχουν παραιτηθεί ο πρόεδρος Νίξον στις ΗΠΑ, ο Βίλλυ Μπραντ στη Γερμανία, ο Κουρτς στην Αυστρία και πρόσφατα ο Τζόνσον στην Αγγλία για ήσσονος σημασίας θέμα.

Θεωρείτε φυσιολογικό να παρακολουθεί τους δικούς του και όχι τους πολιτικούς του αντιπάλους;

Πάλι αυτό που λέτε αφορά τη λίστα των παρακολουθήσεων που έχει δοθεί στη δημοσιότητα εκ των υστέρων. Δεν ξέρουμε τι θα προκύψει από αυτήν. Εγώ μίλησα για παραίτηση με αφορμή τις δύο αυτές παρακολουθήσεις και ιδίως ενός πολιτικού προσώπου σημαντικού, του αρχηγού του τρίτου κόμματος της χώρας μας. Σε ανάλογες περιπτώσεις έχουν παραιτηθεί ο πρόεδρος Νίξον στις ΗΠΑ, ο Βίλλυ Μπραντ στη Γερμανία, ο Κουρτς στην Αυστρία και πρόσφατα ο Τζόνσον στην Αγγλία για ήσσονος σημασίας θέμα. Η ανάληψη πολιτικής ευθύνης στη συγκεκριμένη περίπτωση μπορεί να είναι μόνο του πρωθυπουργού και μπορεί να σημαίνει μόνον παραίτηση. Τίποτε άλλο. Αν δεν παραιτηθεί θα είναι ένας πρωθυπουργός απονομιμοποιημένος, πολιτικά ευάλωτος και πολλαπλά εκτεθειμένος στο εξωτερικό. Δηλαδή ένας πρωθυπουργός εντελώς ακατάλληλος για τη χώρα σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο.

Θα είναι κρίσιμος και αποφασιστικός παράγοντας στις εκλογές οι υποκλοπές;

Πιστεύω ότι θα είναι. Αδικούν τον ελληνικό λαό όσοι νομίζουν ότι ενδιαφέρεται μόνο για τα οικονομικά. Προφανώς τα οικονομικά είναι πολύ σημαντικά, αλλά υπάρχουν πάρα πολλοί δημοκρατικοί πολίτες οι οποίοι έχουν αγανακτήσει από αυτές τις εξελίξεις. Σε κάθε περίπτωση  η Δημοκρατία μετράει ακόμη στη χώρα μας και οι πολίτες ενδιαφέρονται γι’ αυτήν πολύ περισσότερο από όσο προσπαθούν να μας πείσουν οι απολογητές της κυβέρνησης.

Η πιθανότητα να απαιτηθούν μετεκλογικές συνεργασίες είναι μεγάλη στις επόμενες εκλογές. Ποιος θα ήταν για εσάς ο ωφελιμότερος συνδυασμός πολιτικών δυνάμεων για τη χώρα;

Εξαρτάται από τα αποτελέσματα. Με βάση τα σημερινά δεδομένα,  τα οποία δεν νομίζω ότι θα αλλάξουν ριζικά, θα έβλεπα πιθανή μία τρικομματική κυβέρνηση η οποία θα κινηθεί με βάση ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα για ένα συγκεκριμένο διάστημα, με πρωθυπουργό που δε θα είναι ένας εκ των αρχηγών των τριών κομμάτων. Αυτή η κυβέρνηση να μπορούσε να θέσει ένα χρονοδιάγραμμα, να λύσει ορισμένα κρίσιμα θέματα τα οποία εκκρεμούν εδώ και πάρα πολύ καιρό και είναι σημαντικά για μία χώρα που βρίσκεται σε μία τόσο μεγάλη κρίση. Επίσης, μία τέτοια κυβέρνηση θα βοηθήσει στο να «σπάσει» ο διχασμός και η πόλωση. Αν πάμε σε κυβερνήσεις εκλεγμένες οριακά προς τη μία ή προς την άλλη πλευρά, φοβάμαι ότι ο διχασμός και η πόλωση θα κυριαρχήσουν, ενώ δε θα μπορέσουμε να ασχοληθούμε, λόγω του φόβου του πολιτικού κόστους, με τα ουσιαστικά προβλήματα που μας ταλανίζουν. Μακροπρόθεσμα πάντως, όπως είναι γνωστό, είμαι υπέρ μιας ευρείας συνεργασίας στον χώρο της κεντροαριστεράς.

Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις

Περισσότερα Εδω