Το μεγαλειώδες Α’ αρχαίο θέατρο της πόλης κατασκευάστηκε στις νότιες υπώρειες του λόφου «Φρούριο», όπου βρισκόταν οχυρωμένη η αρχαία ακρόπολη και είχε προσανατολισμό προς νότο, προς τη λεγόμενη ελεύθερη αρχαία αγορά η οποία σύμφωνα με ασφαλείς αρχαιολογικές ενδείξεις τοποθετείται στο κέντρο της σημερινής πόλης.

Είχε διάρκεια ζωής έξι αιώνων περίπου από τις αρχές του 3ου οι. π. Χ. μέχρι το τέλος του 3ου αι. μ Χ. ή τις αρχές του 4ου αι. μ. Χ. Μετά τον 2ο αι. π.Χ. πέραν από τις θεατρικές παραστάσεις απετέλεσε και χώρο υπαιθρίων συνεδριάσεων του ανώτατου διοικητικού οργάνου των Θεσσαλών, του περίφημου «Κοινού των Θεσσαλών». Όσο το θέατρο ήταν ορατό, έγινε σε διάφορες εποχές συστηματική λιθοθηρία σε ορισμένα τμήματα του για εξαγωγή οικοδομικού υλικού.

Η αποξήλωση του επιθεάτρου κυρίως συνεχίστηκε και μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας το 1881. Τούτη την εποχή κατασκευάστηκαν στο επιχωσμένο θέατρο ισόγειες κατοικίες και καταστήματα με ρηχές θεμελιώσεις πλέον μεν, αλλά βαθείς βόθρους λυμάτων, αρκετοί από τους οποίους τραυμάτισαν τα μάρμαρα.

Το 1910 διανοίχθηκε οδός πάνω ακριβώς από το μνημείο, η λεγόμενη οδός Ακροπόλεως με την οποία επικοινωνούσαν οι Λαρισαίοι με την εβδομαδιαία αγορά δίπλα από το τούρκικο Μπεζεστένι της περιοχής. Μέχρι το 1950 οι ζημιές που προκλήθηκαν στο μνημείο από τις οικοδομές που κατασκευάστηκαν πάνω σ’ αυτό ήταν ασήμαντες σχεδόν αμελητέες.

Από τη δεκαετία όμως αυτή και ιδιαίτερα τη δεκαετία του 1960 οι βλάβες έγιναν πάρα πολύ σοβαρές με τις νέες οικοδομές που ανεγέρθηκαν στη θέση των παλαιών. Πολυκατοικίες θεμελιώθηκαν στο μνημείο, σηπτικοί βόθροι διανοίχθηκαν πάνω στις κερκίδες, πεδίλωση κατασκευάστηκε με υποδομή τα μάρμαρα των τοίχων και την κορύφωση της σκηνής, παλιά ισόγεια καταστήματα περιβλήθηκαν από κολώνες με οπλισμένο σκυρόδεμα και μεταβλήθηκαν στα πλαίσια της ανακαίνισής τους σε διώροφα κτίσματα με υπόγεια. Το 1952 κατασκευάστηκε πάνω στο επιθέατρο το ρολόι της πόλης, το οποίο εγκαινιάστηκε με πανηγυρισμούς και τυμπανοκρουσίες την επόμενη χρονιά.

Οι ανασκαφές του αρχαίου θεάτρου έχουν μια μακρόχρονη ιστορία και ξεκινούν το 1910 από την εποχή του Απόστολου Αρβανιτόπουλου. Ο τότε Έφορος Αρχαιοτήτων είχε ανασκάψει ένα τμήμα της σκηνής το οποίο από τότε είχε απαλλοτριώσει και περιφράξει Οι πρόσφατες ανασκαφές έδειξαν ότι το τμήμα αυτό δεν ήταν προσκήνιο, όπως θεώρησε ο Αρβανιτόπουλος αλλά η ίδια η σκηνή. Το 1968 εκσκαφή θεμελίων για την ανέγερση οικοδομής σε ιδιωτικό οικόπεδο επεσήμανε ένα τμήμα του κοίλου.

Η τότε Εφορεία Αρχαιοτήτων Βόλου είχε ανασκάψει το οικόπεδο και είχε αποκαλύψει 3 κερκίδες από τις οποίες η μία είχε 14 σειρές εδωλίων. Το οικόπεδο αυτό κτίσθηκε το 1970, με άδεια ελαφριάς διώροφης οικοδομής και έτσι τα μαρμάρινα εδώλια εγκλωβίστηκαν μέσα στα θεμέλια. Τελικά η οικοδομή αυτή, αφού απαλλοτριώθηκε, κατεδαφίστηκε το Δεκέμβριο του 1981 και οι κερκίδες του αρχαίου θεάτρου, λαβωμένες από τα σίδερα και το μπετόν ξαναντίκρυσαν το Θεσσαλικό ουρανό.

Αποφασιστικής σημασίας για την πλήρη αποκάλυψη του τα τελευταία χρόνια υπήρξε ένα ευρύτατο πρόγραμμα απαλλοτριώσεων του Υπουργείου Πολιτισμού. Τα ακίνητα που απαλλοτριώθηκαν καθώς και το ρολόι της πόλης και το παλιό επισκοπικό μέγαρο κατεδαφίστηκαν με δαπάνες τόσο της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης, όσο και του δήμου των Λαρισαίων. Η πρώτη κατεδάφιση πραγματοποιήθηκε το 1992, η δεύτερη το 1996, η τρίτη το 2000 και η τέταρτη το Δεκέμβριο του 2008. Το έργο εντάχθηκε στα ΠΕΠ Θεσσαλίας Β’ και Γ’ πακέτο και κόστισε περίπου 5.900.000,00 €

Με τις εργασίες των τελευταίων ετών, η εικόνα του μνημείου είναι σχεδόν πλήρης. Πρόκειται για ένα τεράστιο μαρμαροδομημένο μνημείο. Κοίλο αποτελούσε η ίδια η πλαγιά του λόφου, που είχε διαμορφωθεί σε αναβαθμούς για την τοποθέτηση των μαρμάρινων εδωλίων. Το λευκό μάρμαρό τους προέρχεται από το αρχαίο λατομείο στο Καστρί Αγιάς ένας διάδρομος πλάτους 2 μ., το διάζωμα, χωρίζει το κοίλο στο κάτω ή κυρίως θέατρο και στο επιθέατρο, το οποίο στο μεγαλύτερο μέρος του έχει καταστραφεί. Αποτελούνταν όμως από 22 κερκίδες με 14 ή 15 σειρές εδωλίων πιθανόν η καθεμιά και 20 κλιμακίδες ανόδου. Το επιθέατρο στα πλαϊνά του ήταν πιο περιορισμένο, δημιουργώντας χώρο για ράμπα ή κλίμακα για την άνοδο των θεατών.

Το κυρίως θέατρο χωριζόταν με 10 κλιμακίδες ανόδου σε 11 κερκίδες με 23 ή 25 πιθανόν σειρές εδωλίων η καθεμιά. Το πέρας του κυρίως θεάτρου προς την ορχήστρα είναι κατασκευασμένο με μαρμάρινους κυβόλιθους, που χρησίμευαν για την αντιστήριξη των κερκίδων Κατά τη μετατροπή του θεάτρου σε ρωμαϊκή αρένα, τον 1° αι. π.Χ., αφαιρέθηκαν οι 2 ή οι 3 πρώτες σειρές εδωλίων για να διευρυνθεί η ορχήστρα κατά 4 μ., περίπου.

Τα εδώλια των πρώτων σειρών που αφαιρέθηκαν, τοποθετηθήκαν για στατικούς λόγους κάτω από τα θυρώματα. Μπροστά από το κατώτατο τμήμα του κυρίως θεάτρου και περιμετρικά της ορχήστρας βρέθηκε κτιστός αποχετευτικός, αγωγός πλάτους 1 μέτρου, καλυμμένος με λειασμένες μαρμάρινες πλάκες. Ο αγωγός διαπερνά τη θεμελίωση της σκηνής με δύο εξόδους και κάπου πίσω απ’ αυτή θα έστριβε προς τον Πηνειό ποταμό.

Οι δύο πάροδοι, μαζί με τους αναλημματικούς τοίχους τους, διατηρούνται σε άριστη κατάσταση και αποτελούνται από λειασμένους κυβόλιθους, λευκού μαρμάρου. Ο αναλημματικός τοίχος της δεξιάς παρόδου αποκαλύφθηκε σε μήκος 40,86 μ., ύψος 4,50 μ., και πλάτος 3,55 μ. Ο αντίστοιχος της αριστερής παρόδου βρέθηκε σε. μήκος 24,75 μ., ύψος 3,55 μ., και πλάτος 3,16 μ.

Το κτίριο της σκηνής, με τρεις οικοδομικές φάσεις, είναι το καλύτερα διατηρημένο τμήμα του θεάτρου. Έχει μήκος 37 μ., και αποτελείται από 4 δωμάτια, με 3 εισόδους ανάμεσα τους. Η α’ φάση της ανάγεται στο α’ μισό του 3ου αι. π.Χ., και είναι σύγχρονη με την κατασκευή του θεάτρου. Οι τοίχοι της είναι κατασκευασμένοι με λαξευτούς πωρόλιθους. Τα δύο εσωτερικά δωμάτια επικοινωνούν με εσωτερικές θύρες και ήταν χώροι για την ετοιμασία των υποκριτών.

Στη β’ φάση της, το α’ μισό του 2ου αι. π.Χ., μπροστά αϊτό τη σκηνή, προς την πλευρά της ορχήστρας, κατασκευάστηκε το προσκήνιο, συνολικού μήκους 20 μ., και πλάτους 2 μ. Αποτελείται από 6 παραστάδες και 6 μονολιθικούς δωρικούς ημικίονες σε παράταξη που πατούν πάνω σε μαρμάρινη ευθυντηρία. Πάνω στην κιονοστοιχία του προσκηνίου στηριζόταν δωρικός θριγκός. Το προσκήνιο υποβάσταζε ένα ξύλινο πατάρι, το λογείο.

Στη γ’ οικοδομική φάση της σκηνής, στα χρόνια των ρωμαίων αυτοκρατόρων, Οκταβιανού Αυγούστου (28 π.Χ. – 14 μ Χ. αι.), Τιβερίου (1Ί μ.Χ. – 37 μ.Χ.), και Γερμανικού (37 μ.Χ. – 41 μ.Χ.) η πρόσοψη των πλαϊνών δωματίων επενδύθηκε με μαρμάρινους κυβόλιθους και δωρικούς ημικίονες, αφού αφαιρέθηκε η μπροστινή σειρά των πώρινων δόμων. Ακόμα, προστέθηκε δεύτερος όροφος, για τη μορφή του οποίου δεν υπάρχουν ακόμα αρκετά στοιχεία. Την εποχή αυτή το θέατρο έχει μετατραπεί ήδη σε αρένα και αρχίζει η σταδιακή βεβήλωσή του. Στα εδώλια ανοίγονται οπές για την τοποθέτηση σκιαδίων και γράφονται τα ονόματα των εκμισθωτών των θέσεων .

Στο πίσω μέρος της σκηνής ανιχνεύτηκε ένα τεράστιο σύνολο αρχιτεκτονικών μελών πώρινων κυρίως, όπως κιονόκρανων, σπονδύλων και βάσεων κιόνων, το οποίο ενισχύει την υπόθεση ότι στο σημείο αυτό υπήρχε στοά.

Η παρουσία έξι ανάγλυφων ογκωδών ασπίδων προς το παρόν δεν είναι δυνατόν να ερμηνευθεί. Υπάρχει βέβαια το ερώτημα εάν σε μία από τις δύο παρόδους υπήρχε μνημείο ασπίδων το οποίο δεν επισημάνθηκε ανασκαφικά ακόμα ή έχει καταστραφεί πλήρως. Βάσεις, επίσης, τιμητικών ανδριάντων διάσημων μονομάχων ή νικητών στους πανθεσσαλικούς αγώνες ήταν στημένες στις παρόδους ή στο πίσω μέρος της σκηνής.

Το μεγαλειώδες αυτό μνημείο, χρειάζεται ακόμα πολύ εργασία για να αποκαλυφθεί πλήρως και ενδεχομένως στο άμεσο μέλλον να αναστηλωθεί. Είναι ασφαλώς αναγκαίες επιπλέον απαλλοτριώσεις σε ό,τι αφορά την πλήρη αποκάλυψη των παρόδων και ορισμένες εξειδικευμένες μελέτες. Βεβαίως μέχρι τώρα έχει ανταποδώσει με πληρότητα ευρήματα και επιστημονικά στοιχεία τόσο για την κτιριακή εξέλιξη νου ίδιου του μνημείου, όσο και για την ιστορία της Λάρισας γενικότερα. Έχουν αποκαλυφθεί χιλιάδες επιγραφές και ένας μεγάλος αριθμός γλυπτών.

Αθανάσιος Τζιαφάλιας – Αρχαιολόγος / diazoma.gr

Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις

Περισσότερα Εδω